Για τον Διονύση Περδικάρη τον φίλο τον γείτονα τον γιατρό τον Ληξουριώτη.
Πριν δύο χρόνια και λίγους μήνες βρέθηκα στα “επείγοντα” του Μαντζαβινάτειου Νοσοκομείου Ληξουρίου σε κρίσιμη κατάσταση. Εκεί, την πρώτη (και γι’ αυτό σημαντικότερη) ιατρική φροντίδα έλαβα από τον Ληξουριώτη γιατρό Διονύση Περδικάρη.
Όση ώρα με θεράπευε, σε μια προσπάθεια να συνδεθώ με το περιβάλλον, κοιτούσα τα μάτια του. Ήταν τα ίδια μάτια, που είχα απέναντί μου όταν ο Διονύσης, δεκαπεντάχρονο παιδί, “κράτησε” μόνος του την πρώτη τρομπέτα της Φιλαρμονικής μας, σε κάποιο από τα ξεχασμένα χορωδιακά φεστιβάλ, κάπου στα μέσα της δεκαετίας του ’80. Ήταν τα ίδια μάτια που συχνά με χαιρετούσαν κοιτώντας χαμηλά μην φέροντας ίχνος έκφρασης υπερηφάνειας, παρά την προσπάθεια που είχε καταβάλει για να πραγματοποιήσει το όνειρό του, να γίνει γιατρός στην πόλη που τον μεγάλωσε, παρά την επιτυχημένη επιστημονική του πορεία.
Αυτά τα μάτια τα έβλεπα τώρα γεμάτα ένταση, γεμάτα αγωνία να με κρατήσουν στην ζωή και, πάνω απ’ όλα γεμάτα αγάπη, όχι για τον απρόσωπο ασθενή, αλλά για εμένα, προσωπικά εμένα.
Γιατί εκείνη την ώρα ο Διονύσης δεν ήταν ο εφημερεύων ιατρός που μηχανικά προσφέρει την (πολύτιμη ούτως ή άλλως) βοήθειά του. Εκείνη την ώρα ήταν ο Διονύσης ο Περδικάρης του Δημητράκη και της Ρίας, που θεράπευε τον Ιωσήφ, τον συμπολίτη, τον γείτονα, τον φίλο. Γι’ αυτό και εκείνες τις δραματικές στιγμές μπόρεσα και αντέδρασα, μπόρεσα και μάζεψα τα κομμάτια μιας κουρελιασμένης ζωής, μπόρεσα και βρήκα το κουράγιο να στηρίξω τον εαυτό μου και την οικογένειά μου. Αν δεν ήταν ο Διονύσης ο Περδικάρης εκεί, πολύ αμφιβάλω αν θα τα κατάφερνα!
Ο καιρός κύλησε και ο Διονύσης εξακολούθησε να μάχεται στην πρώτη γραμμή της Υγείας, μέσα στην φρικτή για όλους μας και περισσότερο για τον ιατρικό κόσμο, περίοδο της “πανδημίας”, σε ένα ξεχαρβαλωμένο Νοσοκομείο ενός σαθρού Ε.Σ.Υ.. Τόσο ευαίσθητος ώστε να τον στενοχωρούν όσα βλέπει γύρω του, τόσο γενναίος ώστε να μην “τα παρατήσει”.
Μέχρι που, μοιραία, ακούσαμε την είδηση: “Ο Νιόνιος ο Περδικάρης έπαθε εγκεφαλικό”! Η σπανιότητα του επωνύμου δεν άφηνε αμφιβολία: ναι, ο Διονύσης ο Περδικάρης, ο γιατρός, ο Ληξουριώτης, ο γείτονας, ο φίλος, έπαθε εγκεφαλικό. Έπαθε εγκεφαλικό όχι επειδή το παράκανε σε κάποιο φαγοπότι, ούτε από αγωνία μήπως δεν βγάλει λεφτά η επιχείρησή του. Έπαθε εγκεφαλικό από την υπερπροσπάθεια να προσφέρει τις φροντίδες του στους συμπολίτες του.
Σε ένα στοιχειωδώς κοινωνικό κράτος ο οποιοσδήποτε ιατρός είχε πάθει κάτι τέτοιο, θα έβγαινε σε τιμητική σύνταξη με απολαβές ικανές να δώσουν άνετη ζωή στον ίδιο, την σύζυγό του, στα παιδιά τους και στα παιδιά των παιδιών τους.
Στους σάπιους καιρούς που ζούμε όμως, αναγκάστηκα να γράψω την παραπάνω ιστορία και αναγκάζομαι να γράcω παρακάτω και το συμπέρασμά της:
Για εμάς που ζούμε σε πόλεις σαν το Ληξούρι και θεωρούμε εαυτούς κομμάτι της κοινωνίας τους, ο συμπατριώτης γιατρός (όπως και το οργανωμένο Νοσοκομείο, ει δυνατόν και έξω από την πόρτα μας) δεν είναι μια πολυτέλεια που διεκδικούμε έναντι των κατοίκων άλλων μεγαλύτερων πόλεων, δεν είναι ένα τοπικιστικό καπρίτσιο. Ο γιατρός (και δη ο νοσοκομειακός γιατρός), που είναι συγχρόνως και γνωστός και συμπολίτης και φίλος, είναι για εμάς αδήριτη ανάγκη. Είναι ζήτημα ζωής, γιατί, καλώς ή κακώς, έτσι έχουμε μάθει να ζούμε· αντιμετωπίζοντας ζωή και θάνατο όπως και τους γύρω μας: εκ του σύνεγγυς, “καταπρόσωπα” και όχι απρόσωπα.
Το Ληξούρι εξακολουθεί να παράγει γιατρούς “κατά ριπάς” και όμως ελάχιστοι έρχονται πίσω για να στελεχώσουν το Νοσοκομείο του. Η αντιμετώπιση του Περδικάρη, ενός γιατρού που παρ’ ολίγον να “πέσει στο καθήκον” και στην αρρώστια του δεν ενισχύεται, αλλά αντίθετα οδηγείται στην παραίτηση, κάθε άλλο παρά θα ενθαρρύνει την άφιξη και παραμονή εντόπιων ιατρών στο Ληξούρι, ούτε ιατρών γενικότερα, ούτε ανθρώπων …..γενικότερα.
Γι’ αυτό ενώνω κι εγώ την φωνή μου με τους υπόλοιπους διαμαρτυρόμενους τις τελευταίες μέρες για το παραπάνω θέμα: Δώστε στον Διονύση Περδικάρη αυτό που δικαιούται, αυτό που αξίζει. Δώστε του την αγάπη που με την αγάπη του κέρδισε.
Μπορεί να θεωρείτε το Ληξουρι -και το κάθε “Ληξούρι”- τελειωμένο. Αφήστε το τουλάχιστον να τελειώσει με αξιοπρέπεια.
Ληξούρι, 13/11/2022
Ιωσήφ Β. Λουκέρης